Της Susan Broadwell (με τη βοήθεια της Kim Bubalo)
Έχω δουλέψει με φοιτητές πάνω από 13 χρόνια, μιλώντας δημόσια σε πανεπιστήμια και σε γυναικείους συλλόγους κολεγίων, απευθυνόμενη σε γυναίκες με διατροφικές διαταραχές και γυναίκες που έχουν αλλοιωμένη εικόνα για το σώμα τους. Είναι πάρα πολλές αυτές οι γυναίκες στη σημερινή μας δυτική κοινωνία. Κι εγώ η ίδια έχω παλέψει με διατροφική διαταραχή που με βασάνισε σοβαρά, τώρα πια όμως είμαι καλά.
Ας ξεκινήσω μιλώντας εκ μέρους δύο φίλων μου:
Η Brenda: Όλοι γουρλώναμε σχεδόν τα μάτια μας κάθε Κυριακή πρωί όταν βλέπαμε τη Brenda να τρώει ντόνατς στην τραπεζαρία. Υποθέτω πως σκεφτόταν ότι κανένας δεν πρόσεχε το πόσο πολλά ντόνατς έτρωγε ή ότι έφευγε μετά απ’ την τραπεζαρία και ερχόταν μισή ώρα αργότερα, σαν να κατέβαινε μόλις τότε για πρώτη φορά να πάρει το πρωινό της. Όμως όλοι ξέραμε ότι έτρωγε ντόνατς για δύο ή τρεις ώρες κι ότι είχε μια ιδιαίτερη εμμονή με τα ντόνατς. Ώσπου ένα βράδυ βρέθηκα να περιμένω τη σειρά μου για να μπω στις τουαλέτες που βρισκόντουσαν κάτω κοντά στο χώρο αποχέτευσης του πανεπιστημίου. Άκουσα να τρίζει ένα σακουλάκι από τσιπς. Και τότε ξαφνικά «φωτίστηκα» - η Brenda έτρωγε και μετά έκανε εμετό. Είχα κι εγώ παλιότερα περάσει έναν αγώνα ενάντια στις ανορεκτικές μου τάσεις. Έτσι καταλάβαινα ότι η Brenda είχε πρόβλημα. Όμως δεν ήξερα τι να κάνω γι’ αυτό, κι έτσι δεν έκανα τίποτα. Σκεφτόμουν ως εξής, «Εντάξει, το κάνει πολύς κόσμος και δεν είναι και δουλειά μου να ανακατεύομαι σε κάποιου άλλου την ιδιωτική ζωή.» Επιπλέον, δεν ήθελα να χάσω τη φιλία μου με τη Brenda. Ήταν πολύ σημαντική η φιλία αυτή για μένα.
Judi: Ήταν φανερό πως η Judi έχανε κιλά. Της πήγαινε στην αρχή, όμως μετά άρχισα να παρατηρώ ότι φαινόταν πραγματικά πολύ αδύνατη, ειδικά με σορτς. Ήταν σαν να έβλεπες τα κόκαλά της. Τη ρώτησα για αυτό και μου είπε ότι ήταν κάπως αγχωμένη και γι’ αυτό έχασε λίγο βάρος, όμως ότι γενικά ήταν καλά. Άρχισα να παρατηρώ ότι πήγαινε στο γυμναστήριο δυο φορές τη μέρα, και συχνά για δυο-τρεις ώρες κάθε φορά. Πάντα μελετούσε όταν εμείς φεύγαμε απ΄ το δείπνο και μας έλεγε ότι είχε πάρει κάτι μαζί της νωρίτερα και το είχε φάει στο δωμάτιό της. Οι φίλες της είπαμε μεταξύ μας πως και εμείς όλες κάναμε δίαιτες και πως χάσαμε κιλά και τα ξαναβάλαμε. Έτσι γιατί θα έπρεπε να στεναχωριόμαστε; Δεν υποψιαζόμασταν όμως πως η Judi κυριολεκτικά αυτοκτονούσε και βρισκόταν κοντά στο θάνατο.
Μπορεί να γνωρίζεις κάποιον που να παλεύει με μια διατροφική διαταραχή, ή ίσως ν’ αναρωτιέσαι μήπως εσύ έχεις αυτό το πρόβλημα. Είναι κάτι πολύ διαδεδομένο στα κολέγια και τα πανεπιστήμια σήμερα. Μπορεί να είσαι σε δίλημμα για το αν πρέπει να ζητήσεις βοήθεια από ειδικό ή να ακολουθήσεις κάποια θεραπεία. Εάν πιστεύεις ότι ίσως αντιμετωπίζεις κάποια διατροφική διαταραχή, θέλω να ξέρεις πως υπάρχει τρόπος να ελευθερωθείς και να νιώσεις πραγματικά τι σημαίνει αγάπη και αποδοχή. Εάν αναζητάς την επιδοκιμασία των άλλων και η εμμονή για έλεγχο στη ζωή σου σε έχει οδηγήσει στο να γίνεσαι αδύνατη με κάθε κόστος (είτε μέσω του εμετού ή με το να μην τρως καθόλου), θέλω να ξέρεις πως υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος, τον οποίο θα σου εξηγήσω. Πρώτα, θα ήθελα να σε βοηθήσω να κατανοήσεις τι συμβαίνει με τις διατροφικές διαταραχές.
Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες: η νευρική ανορεξία και η βουλιμία. Πιο πολύ εμφανίζονται στις γυναίκες που εμπλέκονται με δραστηριότητες οι οποίες απαιτούν υψηλές αποδόσεις και που σχετίζονται με το θέαμα., όπως το μπαλέτο, η γυμναστική, το μόντελινγκ, κάθε είδους επαγγελματική διασκέδαση του κοινού. Όμως και ο καθένας μπορεί να προσβληθεί απ’ τις παραπάνω διαταραχές.
Συνήθως το πρόβλημα αρχίζει να αναπτύσσεται στην εφηβεία ή στα νεανικά χρόνια. Συχνά ξεκινάει κατά τη διάρκεια της μεταβατικής φάσης προς την ανεξαρτησία, όπως όταν αποφοιτά κάποιος απ’ το πανεπιστήμιο, οπότε τα επίπεδα του στρες είναι πολύ υψηλά και δεν υπάρχουν άλλες διέξοδοι συναισθηματικών συγκρούσεων και εντάσεων. Μπορεί να εμφανιστεί αιφνιδιαστικά μετά το χωρισμό από ένα σύντροφο. Και οι άντρες μπορεί να παρουσιάσουν διατροφικές διαταραχές, ειδικά αν πρόκειται για παλαιστές, δρομείς ή άτομα για τα οποία το χαμηλό βάρος αποτελεί πλεονέκτημα. Γενικά πάντως το πρόβλημα παρατηρείται κυρίως στις γυναίκες.
Πολλοί άνθρωποι έχουν ένα ή περισσότερα απ’ τα παραπάνω συμπτώματα. ΟΛΑ ΜΑΖΙ, σκιαγραφούν τη διάγνωση της ανορεξίας. Καθοριστικό κριτήριο θα είναι το εάν η γυναίκα θα κερδίσει βάρος μέσα σε μια περίοδο 2 περίπου βδομάδων (συνήθως υπό την επίβλεψη γιατρού).
Η βουλιμία χαρακτηρίζεται από:
Κανείς δεν αρχίζει να ελέγχει το φαγητό του κάνοντας εμετό κάθε μέρα. Πολλές φορές αυτό ξεκινάει να γίνεται πού και πού, ύστερα από ένα πάρτι ή ένα πλούσιο βραδινό γεύμα έξω. Έπειτα όμως η αδυναμία ελέγχου του φαγητού οδηγεί σε συχνότερα τέτοια φαινόμενα. Πριν προλάβεις να το καταλάβεις, έχεις αρχίσει να κάνεις εμετό δύο ή τρεις φορές τη μέρα.
Μια ανορεκτική κοπέλα μπορεί να φτάσει στο σημείο να μειώσει τόσο την τροφή της, που το σώμα της τελικά να επαναστατήσει. Δεν μπορεί πια να καταπνίξει την πείνα της και αρχίζει να τρώει μικρές ποσότητες φαγητού, και μετά μεγαλύτερες. Στο τέλος καταλήγει να τρώει υπερβολικά και τότε κι αυτή, αρχίζει να κάνει εμετό ή και να χρησιμοποιεί καθαρκτικά.
Υπάρχει ένα ποσοστό θνησιμότητας 15 με 20% ανάμεσα στα άτομα που πάσχουν από νευρική ανορεξία. Με την ανορεξία κυριολεκτικά λιμοκτονείς μέχρι θανάτου και ο εγκέφαλος και η καρδιά μπορεί να συρρικνωθούν προκαλώντας μεγάλα προβλήματα.
Μια βουλιμική γυναίκα μπορεί να διατηρεί ένα φυσιολογικό βάρος, οπότε θεωρεί ότι δε διατρέχει κάποιον κίνδυνο. Όμως η συνήθεια του εμετού μπορεί να προκαλέσει ηλεκτρολυτικές διαταραχές, καρδιακές αρρυθμίες, καρδιακές προσβολές, αφυδάτωση, φθορά των δοντιών, εσωτερική αιμορραγία, διάτρηση στομάχου, ρήξη αιμοφόρων αγγείων του προσώπου, βλάβη του συκωτιού, κλπ. Γνωρίζω μια κοπέλα που τελειώνει τώρα το κολέγιο και που ήταν βουλιμική την περίοδο που πήγαινε στο λύκειο, και της οποίας η φωνή έχει πλέον μόνιμη βλάβη· μιλάει διαρκώς βραχνιασμένα, και αυτό απ’ την εποχή που έπασχε από βουλιμία.
Η ανορεξία και η βουλιμία αποτελούν τους πιο αργούς τρόπους αυτοκτονίας που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο άνθρωπος.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν στο να αποκτήσει κάποιος μια διατροφική διαταραχή:
1) Η κοινωνία μας σήμερα δίνει ιδιαίτερη σημασία στην εξωτερική εμφάνιση. Μας μαθαίνουν πως το λεπτό σώμα είναι καθοριστικό για την κοινωνική, σεξουαλική, ακόμα και επαγγελματική επιτυχία.
2) Οι οικογενειακές μας σχέσεις. Όταν κάποιος μέσα σε μια οικογένεια αναπτύσσει μια διατροφική διαταραχή, αυτό είναι σημάδι πως κάτι πάει λάθος, όχι μόνο με το άτομο, αλλά και με την ίδια την οικογένεια. θέλω να ξέρεις πως υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος, τον οποίο θα σου εξηγήσω Υπάρχουν διάφορες πιθανότητες. Μπορεί η οικογένεια να επικεντρώνεται πολύ στο θέμα της εμφάνισης. Ή μπορεί στην οικογένεια να μην επιτρέπεται η έκφραση των συναισθημάτων, και ειδικά ο θυμός. Συχνά ο ένας ή και οι δύο γονείς παρεμβαίνουν υπερβολικά στη ζωή του παιδιού. Μπορεί να μη δίνεται στο παιδί η ιδιωτική ζωή και ο χώρος που έχει ανάγκη καθώς μεγαλώνει. Μερικές φορές η κατάσταση στην οικογένεια μπορεί να είναι εντελώς χαοτική με προβλήματα αλκοολισμού ή κακοποίησης, και τα αισθήματα ανασφάλειας να είναι τόσο δύσκολο να τα χειριστεί το παιδί, ώστε τελικά να στρέφεται προς το φαγητό σαν πηγή παρηγοριάς και προστασίας.
3) Ένας τρίτος παράγοντας που παίζει ρόλο στην ανορεξία και τη βουλιμία αφορά στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Οι ανορεκτικοί και οι βουλιμικοί έχουν την τάση να είναι τελειομανείς, να κυνηγούν υψηλούς στόχους. Είναι άτομα ενάρετα και με ήθος. Συχνά είναι υπάκουα παιδιά, κι αποτελούν υπόδειγμα. Προσπαθούν να ευχαριστήσουν τους άλλους και κρύβουν το θυμό τους απ’ τον εαυτό τους και τον υπόλοιπο κόσμο. Έχουν την τάση να είναι ανασφαλή και χωρίς αυτοπεποίθηση, και πάντα νιώθουν ότι πρέπει να αποδεικνύουν τις ικανότητές τους.
Να πώς το περιγράφει αυτό μια γυναίκα: «Έχω αυτόν τον αδιάκοπο κόμπο στο στομάχι. Δεν είχα ιδέα ότι υπήρχε αυτό πριν. Γίνεται επειδή αγχώνομαι για «αυτούς». Δεν ξέρω ποιοι είναι «αυτοί», όμως ανησυχώ πως θα με δουν όπως είμαι στην πραγματικότητα, όχι σαν μια ώριμη ενήλικα, αλλά σαν ένα ανασφαλές παιδί. Μου φαίνεται πως όταν βρίσκομαι στις μεγαλύτερές μου ανασφάλειες τότε τρώω ακατάσχετα και μετά κάνω εμετό.»
Όλοι μας μπορεί να νιώσαμε τέτοια συναισθήματα κατά καιρούς. Όμως το άτομο με διατροφική διαταραχή τα νιώθει αυτά πιο έντονα και πιο συχνά. Οι κοπέλες αυτές προσπαθούν να έχουν τον έλεγχο των πάντων, όμως φοβούνται ότι δεν θα τα καταφέρουν. Αμφιβάλλουν για την εμφάνισή τους, τα ταλέντα τους, τις ικανότητές τους, και αισθάνονται ότι το μόνο που μπορούν πραγματικά να ελέγξουν είναι το σωματικό τους βάρος.
Τώρα που σας τα εξήγησα όλα αυτά, θα μοιραστώ μαζί σας τη δική μου ιστορία. Μεγάλωσα σ’ ένα σπιτικό που στον εξωτερικό κόσμο φαινόταν τέλειο. Είχαμε μεγάλη οικονομική άνεση, το μεγαλύτερο σπίτι για τα τότε δεδομένα, πηγαίναμε διακοπές σε μέρη εξωτικά, μοιάζαμε ευτυχισμένοι. Όμως, στην πραγματικότητα μόνο αυτό δεν ήμασταν. Ο πατέρας μου ήταν εργασιομανής, ταξίδευε πολύ, και ήταν και αλκοολικός. Η κατάσταση στο σπίτι δεν ήταν ποτέ προβλέψιμη και παρόλο που είχα πάντα οποιοδήποτε υλικό αγαθό επιθυμούσα, δεν είχα αγάπη και αποδοχή απ΄ τον πατέρα μου. Έμαθα σε μικρή ηλικία να μην εμπιστεύομαι και να μην εξαρτώμαι απ’ αυτόν, γιατί πάντα με απογοήτευε. «Βέβαια, θα έρθω το βράδυ για φαγητό γλυκιά μου. Στο υπόσχομαι.» Και όμως άλλη μια νύχτα ερχόταν που έπεφτα στο κρεβάτι χωρίς να τον δω. «Βέβαια, σου υπόσχομαι πως θα πάρω την επόμενη πτήση και θα είμαι εκεί να δω τη σχολική σου παράσταση. Πίστεψέ με, δεν θα τη χάσω για τίποτε στον κόσμο». Και όμως, καθώς κοιτούσα το κοινό και έψαχνα ανάμεσα στα πρόσωπά τους, δεν τον έβλεπα πουθενά.
Το προφίλ και το κύρος ήταν πολύ σημαντικά πράγματα για τον πατέρα μου –πώς ήσουν εμφανισιακά, τι φορούσες, σε τι σπίτι ζούσες, τι αυτοκίνητο οδηγούσες, πόσα λεφτά είχες, και λοιπά και λοιπά. Έτσι, από πολύ μικρή ηλικία έμαθα πως δεν παίζει ρόλο ο εσωτερικός εαυτός· το εξωτερικό είναι το πιο σημαντικό.
Επειδή ο πατέρας μου ήταν αλκοολικός, η κατάσταση στο σπίτι ήταν απρόβλεπτη και ασταθής. Ποτέ δεν ήξερες αν θα ήταν σε καλή διάθεση όταν ερχόταν σπίτι, ή αν θα ήταν μεθυσμένος· ή αν θα ξυπνούσες τη νύχτα απ’ τις φωνές και τα ουρλιαχτά του και εάν θα ερχόταν η αστυνομία· ή αν θα ξυπνούσες το πρωί κι αυτός θα είχε φύγει πάλι μέσα στη μέση της νύχτας.
Ήθελα τόσο πολύ την αγάπη και την αποδοχή του και ποτέ δεν τα ένιωσα. Έτσι άρχισα να προσπαθώ να είμαι καλή, να παίρνω καλούς βαθμούς, να είμαι η καλύτερη σε οτιδήποτε έκανα, μόνο και μόνο για ν’ ακούσω στο τέλος, «Καλά τα κατάφερες γλυκιά μου. Πρέπει να φύγω τώρα. Θα σε δω αργότερα.»
Η ζωή μου έγινε χίλια κομμάτια όταν κάποια νύχτα ξύπνησα κι άκουσα τη μητέρα και τον πατέρα μου να τσακώνονται. Ο πατέρας μου είχε εξωσυζυγική σχέση και η μητέρα μου τον απειλούσε με διαζύγιο. Σε ποιον μπορούσα να στραφώ; Στην οικογένειά μου ό,τι συνέβαινε μέσα στο σπίτι παρέμενε μέσα στο σπίτι. Ποτέ δεν το συζητούσες. Είχαμε μια εικόνα που έπρεπε να διατηρήσουμε.
Κι έτσι άρχισα να αργοπεθαίνω μέσα μου. Έμοιαζα μια χαρά φαινομενικά κι όμως γλιστρούσα σιγά-σιγά σε έναν ενδότερο κόσμο. Υπήρχε ένας διχασμός στη ζωή μου –αυτή που υποκρινόμουν πώς είμαι εξωτερικά κι αυτή που πραγματικά ένιωθα και σκεφτόμουν πώς είμαι εσωτερικά. Υπήρχαν δύο διαμετρικά αντίθετες προσωπικότητες. Εξωτερικά φαινόμουν μια χαρά, συγκροτημένη, κοινωνική, με καλούς βαθμούς, τα κατάφερνα σε όλα. Εσωτερικά ήμουν τρομαγμένη, μόνη, μπερδεμένη, φοβισμένη και θυμωμένη.
Συχνά βρισκόμουν στη μέση των καβγάδων τους και πήγαινα να κρυφτώ στο δωμάτιό μου και να δω τηλεόραση, ελπίζοντας ότι δεν θα καταλάβουν ότι είμαι εκεί. Κανείς δεν πρόσεχε ότι ξόδευα πολύ χρόνο εκεί. Η μητέρα μου απλά προσπαθούσε να επιβιώσει.
Καθώς βρισκόμουν στο δωμάτιό μου, άρχισα να δημιουργώ έναν τεχνητό κόσμο που θα ήταν ασφαλής για μένα. Η τηλεόραση άρχισε να ελέγχει την προσωπικότητά μου. Φαντασιωνόμουν και ονειρευόμουν ότι είμαι αυτά τα άτομα που βλέπω στην τηλεόραση, ότι ζω στα σπίτια τους, κλπ. Άρχισα να θέλω να είμαι σαν αυτούς και να μοιάζω σαν αυτούς. Δεν ήταν κάτι που έγινε συνειδητά –απλά συνέβη- και έτσι ο τεχνητός μου κόσμος ξεκίνησε να υπάρχει. Σιγά-σιγά άρχισα να αποσύρομαι από όλους και από όλα. Οι βαθμοί μου ήταν σπουδαίοι (όλα άριστα) και ποτέ μου δεν επαναστάτησα, κι έτσι οι γονείς μου με άφηναν στην ησυχία μου.
Τότε έφτασε η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Οι γονείς μου ανακοίνωσαν σε μένα και στην αδερφή μου ότι θα έπαιρναν διαζύγιο. Νόμισα πως θα πεθάνω. Η μητέρα μου είχε καταθέσει την αίτηση κι ο πατέρας μου ήταν έξω φρενών. Μας είπε ότι η μητέρα μας είχε καταστρέψει τη ζωή τη δική του και τη δική μας, κι ότι ποτέ πια δε θα είχαμε αρκετά λεφτά για να φάμε ή για να ζήσουμε σ’ ένα σπίτι. Ότι θα ζούσαμε πλέον στους δρόμους και θα έπρεπε να ξεχάσουμε τις σπουδές. Ήμουν φοβερά φοβισμένη και τρομοκρατημένη. Ό,τι συνέβαινε ήταν έξω από τον έλεγχό μου.
Ήμουν 15 χρονών τότε, κι είχα αρχίσει να «φουσκώνω», αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Όλες οι άλλες φίλες μου συζητούσαν για δίαιτες και γυμναστικές κι έτσι γιατί όχι –κι εγώ τα χρειαζόμουν αυτά. Όμως η γυμναστική έγινε μια εμμονή και μια φυγή για μένα. Άρχισα να ασκούμαι για 30 λεπτά κάθε μέρα, μετά για μια ώρα, μετά για μερικές ώρες, και μετά όλη την ώρα που ήμουν σπίτι. Άρχισα να μη μπορώ να καθίσω ήσυχη στην τάξη. Σκεφτόμουν πόσες θερμίδες θα έκαιγα αν τίναζα τα πόδια μου, αν έπαιρνα τον πιο μακρινό δρόμο για να φτάσω στο σχολείο, κλπ. Άρχισα να παραλείπω το πρωινό και να χάνω βάρος. Ο κόσμος άρχισε να το παρατηρεί και να μου λέει: «Πω-πω, αδυνάτισες, και σου πάει πολύ!» Ένιωθα υπέροχα! Σκεφτόμουν ίσως τώρα γίνω δημοφιλής και δεν θα νιώθω πια μέσα μου πληγωμένη. Έτσι έκανα ακόμη πιο πολλή γυμναστική, σταμάτησα να τρώω μεσημεριανό, και μετά έκοψα και το βραδινό. Ζούσα με μερικές εκατοντάδες θερμίδες τη μέρα.
Τα δύο-τρία κιλά που έχασα έγιναν πέντε, μετά εφτά και μετά δέκα και γυμναζόμουν πια πέντε με εφτά ώρες τη μέρα. Η όλη διαδικασία άρχισε να γίνεται όλο και λιγότερο ευχάριστη. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα εκτός από το πόσο είχα φάει. Πόσες θερμίδες έχω πάρει; Πόσες θερμίδες έκαψα; Πώς θα μπορέσω ν’ αποφύγω το μεσημεριανό και το βραδινό; Δεν μπορούσα να σταματήσω κι ένιωθα να είμαι ακόμα πιο πολύ εκτός ελέγχου από πριν. Ήμουν τόσο μόνη, δεν ένιωθα καμιά ασφάλεια και δεν είχα καθόλου τον έλεγχο της ζωής μου. Έτσι, αυτό που ξεκίνησε σαν κάτι μικρό κι αθώο, έγινε εμμονή και με κατέλαβε ολόκληρη. Τον Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς ζύγιζα 57 κιλά. Το Μάιο, είχα πέσει στα 32 κιλά και ήταν θαύμα το ότι ήμουν ζωντανή. Παρόλα αυτά, στο μυαλό μου, ήμουν ακόμα παχιά και χρειαζόμουν να χάσω άλλα δύο-τρία κιλά και μόνο τότε θα ένιωθα ευτυχισμένη, θα μου άρεσε ο εαυτός μου, και θα άρεσα και στους άλλους επίσης.
Μπήκα σε κλινική για τρεις μήνες. Ήμουν έξαλλη, θυμωμένη. Μισούσα τους γονείς μου και τους γιατρούς που μ’ έβαλαν εκεί. Πώς τολμάνε να ελέγχουν τη ζωή μου –θα τους δείξω εγώ --θα βγω έξω- θα είμαι καλό κορίτσι –θα κάνω αυτό που θέλουν να κάνω και θα βγω έξω, θα ξαναπάρω τον έλεγχο στα χέρια μου και θα αδυνατίσω ξανά. Δεν πρόκειται αυτοί να με χοντρύνουν!
Κι αυτό έκανα. Υποκρίθηκα, και βγήκα έξω. Καθώς ήμουν μέσα, έκανα εντατική ψυχοθεραπεία, ατομική και οικογενειακή. Έμαθα κάποια πράγματα, όμως όχι αρκετά για να λύσω το πρόβλημα. Οι ψυχοθεραπευτές δεν μου πρόσφεραν άλλο στήριγμα έξω απ’ τον εαυτό μου που θα μπορούσε να με βοηθήσει να βγω απ’ τα μοτίβα συμπεριφοράς που είχα συνηθίσει, και να με ανακουφίσει απ’ τον πόνο που ένιωθα.
Βγήκα έξω κι άρχισα σιγά-σιγά να ξαναπέφτω στα ίδια. Απ’ τα δυσκολότερα πράγματα στον κόσμο είναι το να ξεπεράσεις την ανορεξία και πολλοί πεθαίνουν απ’ αυτό ή ζουν στην κόψη του ξυραφιού. Και πράγματι, μαζί με μένα στην κλινική ήταν κι άλλα 14 αγόρια και κορίτσια˙ και τρία χρόνια μετά που ξαναβγήκα έξω, ήμουν η μόνη που επέζησε –όλοι οι άλλοι είχαν πεθάνει εξαιτίας της διατροφικής τους διαταραχής ή επειδή αυτοκτόνησαν.
Είχα φτάσει σ’ ένα σημείο όπου πλέον αναγνώρισα ότι το να παίρνω τα πράγματα στα δικά μου τα χέρια αποδείχτηκε πολύ ανεπαρκές. Θυμάμαι μια νύχτα, αισθανόμουν τόσο μπουχτισμένη με τον εαυτό μου και τη ζωή μου που άρχισα να κραυγάζω προς τον Θεό. Του είπα πώς αισθανόμουν, και προσευχήθηκα σ’ Αυτόν να με βοηθήσει. Δεν είμαι σίγουρη για ποιο λόγο στράφηκα προς τον Θεό σ’ εκείνη τη στιγμή της ζωής μου, ξέρω όμως πως βαθιά μέσα μου γνώριζα ότι τίποτε άλλο δεν θα βοηθούσε. Ήξερα ότι δεν ήμουν αρκετά δυνατή να ελέγξω πλέον το πρόβλημα και ότι κανένας άλλος άνθρωπος δεν θα μπορούσε να με κάνει να αισθανθώ καλύτερα ή να νιώσω αγάπη. Για χρόνια πάλευα με διατροφικά προβλήματα, ανασφάλειες, μοναξιά˙ και είχα φτάσει στα όρια της αντοχής μου.
Οι ψυχολόγοι και οι γιατροί μπορούν να μας βοηθήσουν να θεραπευτούμε συναισθηματικά και σωματικά. Όμως, αμελούν την τρίτη πλευρά που είναι εξίσου σημαντική, την πνευματική πλευρά. Οι θεραπευμένοι αλκοολικοί και άλλοι πρώην εξαρτημένοι μπορούν να σου πουν ότι η ψυχοθεραπεία δεν έχει αποτέλεσμα όταν βγάζει έξω τον Θεό.
Ξέρω πως ο μόνος λόγος που είμαι σήμερα ζωντανή είναι γιατί γνώρισα τον Θεό του σύμπαντος και τον Γιο του, τον Ιησού Χριστό. Θα μοιραστώ μαζί σας περιληπτικά το πώς αυτό με βοήθησε να είμαι εδώ που βρίσκομαι σήμερα.
Απ’ τη στιγμή που στράφηκα στο Θεό, τα πράγματα σταδιακά άρχισαν να αλλάζουν. Ακόμα πάλευα με το φαγητό, την άσκηση, κλπ. Όμως, άρχισα να αισθάνομαι μέσα μου μια γαλήνη που ποτέ πριν δεν είχα νιώσει. Άρχισα να διαβάζω την Αγία Γραφή μου και να προσεύχομαι και να λέω στο Θεό πώς ένιωθα. Έμαθα τόσα πολλά για την αγάπη του Θεού, την αποδοχή και τη συγχωρητικότητά Του, και συνειδητοποίησα ότι ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να γεμίσει το κενό που είχα μέσα μου. Έμαθα ότι ο Θεός δεν ήταν μια απόμακρη τρομακτική ύπαρξη κάπου εκεί έξω, αλλά ότι ήταν ένας Θεός προσωπικός, που με αγαπούσε και με νοιαζόταν. Έμαθα ότι Αυτός είχε τον έλεγχο και ότι κάνει τα πάντα να συντελούν στο καλό για αυτούς που Τον αγαπάνε. Δεν χρειαζόταν να έχω εγώ τον έλεγχο –τον είχε Αυτός- και μπορούσα να αναπαυθώ σ’ αυτό.
Αυτή ήταν μια διαδικασία που κράτησε δέκα χρόνια. Χρειάστηκε συμβουλευτική ψυχοθεραπεία και πνευματική ωρίμανση για να τα καταφέρω να γλιτώσω κυριολεκτικά απ’ τα βάθη της σκοτεινιάς και του θανάτου, και Αυτός (ο Θεός) έφερε ελευθερία και λύτρωση στη ζωή μου.
Πάλευα για πολλά χρόνια, όμως όσο περισσότερα μάθαινα για τον Θεό και όσο περισσότερα μάθαινα για την αγάπη και την ανοιχτή Του αγκαλιά, τόσο τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν και όλο και λιγότερο πια στρεφόμουν στο φαγητό, τη γυμναστική, ή τους ανθρώπους για να βρω αποδοχή κι αγάπη. Αυτό ήταν κάπως τραγική ειρωνεία γιατί, παλιότερα καθώς μεγάλωνα περιφρονούσα το Θεό και Τον μισούσα. Έτσι, το να παραδώσω τη ζωή μου σ’ Αυτόν και να Τον αγαπήσω ήταν για μένα κάτι ριζοσπαστικό. Παίρνοντας όμως αυτήν την απόφαση στα 17 μου, άλλαξε ριζικά η πορεία της ζωής μου. Ξέρω πως δε θα ήμουν ζωντανή σήμερα εάν δεν είχα πίστη στο Θεό.
Τώρα πια δεν παλεύω με καμιά διατροφική διαταραχή. Υπάρχει ένα εδάφιο στη Γραφή που λέει, «Η αλήθεια θα σας ελευθερώσει» και η αλήθεια του Θεού και ο λόγος Του με ελευθέρωσαν. Χρειάστηκε πολύς χρόνος, πολλά δάκρυα, και πολλή δουλειά˙ όμως τώρα μπορώ να τρέχω και να γυμνάζομαι, κι αυτό δεν αποτελεί πια εμμονή. Μπορώ να τρώω ελεύθερα και να μη νοιάζομαι ή να σκέφτομαι πια τις θερμίδες. Ξέρω ότι αυτό μπορεί να με πάει πίσω σε παλιά μοτίβα συμπεριφοράς, και τώρα ξέρω να το συνειδητοποιώ και να στρέφομαι πια σε κάποιον, χωρίς να καταφεύγω στην αποχή απ’ το φαγητό και στο «κρυφτό». Πρέπει πάντως να υπενθυμίζω συνέχεια στον εαυτό μου ότι η ασφάλεια και η αξία μου σαν άτομο δε βασίζεται σ’ αυτό που κάνω ή σ’ αυτό που φαίνομαι, αλλά σ’ αυτό που ο Θεός πιστεύει για μένα.
Τώρα αγαπάω τη ζωή! Έχω πολλούς φίλους και δεν έχει σχέση αυτό με την εμφάνισή μου. Ασφαλώς θέλω να δείχνω όμορφη, θέλω να βρίσκομαι σε φόρμα, αγωνίζομαι γι’ αυτό και συγκρίνομαι και με άλλους˙ όμως όλα αυτά σε επίπεδα φυσιολογικά, και όχι ανθυγιεινά. Μπορεί να υπάρξει ελευθερία και χαρά και ολοκλήρωση μετά απ’ όλα αυτά!
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας πω για μια κοπέλα που τη λένε Mary Wazeter. Ήταν μια διακεκριμένη δρομέας των Ολυμπιακών αγώνων που έπασχε από νευρική ανορεξία. Την είχε αναφέρει πριν λίγο καιρό το Sports Illustrated. Ήταν μια αριστούχος φοιτήτρια που είχε μπει στο Πανεπιστήμιο Τζωρτζτάουν με υποτροφία. Όλα έμοιαζαν να δουλεύουν γι’ αυτήν. Και ξαφνικά μια κρύα νύχτα του Φεβρουαρίου, πήδηξε στον ποταμό Susquehanna. Επέζησε απ’ την απόπειρα αυτοκτονίας της, όμως τώρα είναι καθηλωμένη σε αναπηρική πολυθρόνα, παράλυτη από το λαιμό και κάτω. Μετά απ’ αυτήν την εμπειρία της έγραψε:
«Έμαθα πολλές αλήθειες για τη ζωή τους τελευταίους μήνες. Μια απ’ αυτές είναι πως η πραγματική πληρότητα δεν κερδίζεται με τους τρόπους που τόσο πολλοί άνθρωποι ακολουθούν επιδιώκοντας την τελειότητα και τα επιτεύγματα. Η πληρότητα για μένα δεν προήλθε απ’ τους άριστους βαθμούς μου, απ’ την ιδιότητα της πρωταθλήτριας, ή από ένα ελκυστικό σώμα. Η πραγματική πληρότητα και ικανοποίηση ήρθε όταν βρήκα μια προσωπική σχέση με το Θεό, και που έφτανε μόνο αυτή για να έχω πια ειρήνη και χαρά.»
Αυτό που είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον όσον αφορά τη Mary Wazeter είναι ότι είχε δεχτεί ψυχολογική βοήθεια για το πρόβλημά της προτού προσπαθήσει ν’ αυτοκτονήσει. Γράφει στη συνέχεια: «Για μένα το θέμα ήταν πνευματικό, γνωρίζοντας τώρα ότι όταν ο Κύριος με αποδέχτηκε έτσι όπως ήμουν, αυτό με βοήθησε να θεραπευτώ. Κανένας απ’ τους ψυχολόγους δεν μπόρεσε να φτάσει τόσο βαθιά στη ψυχή μου».
Πιστεύω, όπως πιστεύει κι η Mary Wazeter, ότι η υπέρτατη λύση σ’ αυτά τα προβλήματα ή και σε κάθε πρόβλημα είναι η σχέση με τον Θεό. Η αλήθεια που ανακάλυψα στη ζωή μου είναι πως αναπτύσσοντας μια προσωπική σχέση με τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, έχω αλλάξει ως προς το τι πιστεύω πια για τον εαυτό μου. Καθημερινά δεν μ’ αφήνει να ξεχνάω την αγάπη Του για μένα, άσχετα με το τι κάνω ή πώς φαίνομαι. Με αγαπάει και Του αρέσω, ακόμα κι όταν δεν ανταποκρίνομαι στις προδιαγραφές που έχω βάλει εγώ για τον εαυτό μου.
Ενδιαφέρεσαι να μάθεις περισσότερα για τη σχέση σου με το Θεό; Να πώς μπορείς να αρχίσεις να γνωρίζεις το Θεό σήμερα: Προσωπική Γνωριμία με τον Θεό.